Παρασκευή 2 Ιουλίου 2010

Ανισότητες ατην πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση και στη Γαλλία.


(της Ρένας Μπρισίμη - Μαράκη στα ΝΕΑ της Παρασκευής 2 Ιουλίου 2010)

Κάθε χρόνο, µε αφορµή τις Πανελλαδικές Εξετάσεις πολλά γράφονται είτε για τα διαφορετικά συστήµατα πρόσβασης στην Τριτοβάθµια Εκπαίδευση σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες είτε για την ανισότητα των ευκαιριών που παρέχονται στους µαθητές κατά τη διαδροµή τους στη Δευτεροβάθµια (ακόµη και στην Πρωτοβάθµια) Εκπαίδευση προκειµένου να διαβούν το κατώφλι ενός ΑΕΙ ή ΤΕΙ.
Ωστόσο, οι κοινωνικές αυτές ανισότητες δεν αποτελούν αποκλειστικά ελληνικό φαινόµενο. Το παράδειγµα της Γαλλίας κατά την τελευταία 25ετία, σύµφωνα µε επίσηµα στοιχεία που παρέχουν οι υπηρεσίες της χώρας, είναι ενδεικτικό.
Ηδη στο τέλος της Γ Γυµνασίου του γαλλικού εκπαιδευτικού συστήµατος µία µερίδα µόνο µαθητών συνεχίζει στο Γενικό Λύκειο (ενώ οι υπόλοιποι προσανατολίζονται στα Επαγγελµατικά Λύκεια). Από την πρώτη κατηγορία, οι µαθητές που έχουν βαθµολογία κοντά στη βάση και συνεχίζουν είναι σε ποσοστό 66% γόνοι ανώτερων στελεχών του ιδιωτικού ή του δηµόσιου τοµέα και µόνο σε ποσοστό 18% παιδιά εργατικών οικογενειών, σύµφωνα µε τα τελευταία δηµοσιοποιηµένα στοιχεία του 2008 (Πηγή: Λεξικό της Εκπαίδευσης - puf 2008, υπό τη διεύθυνση της Αgnes van Ζanten).
Βεβαίως, το ποσοστό των µαθητών που περνούν µε επιτυχία τις εξετάσεις του γαλλικού απολυτηρίου (του γνωστού, καταξιωµένου και µε διεθνές κύρος Βaccalaurιat) Γενικών ή Επαγγελµατικών Λυκείων ανήλθε εντυπωσιακά από το 26% του µαθητικού πληθυσµού το 1980 στο 79% το 2000 και παραµένει στα ίδια επίπεδα έως σήµερα, γεγονός σηµαντικό που δηλώνει την άνοδο του επιπέδου σπουδών της νεώτερης γενιάς στη µεγάλη της πλειονότητα.

Οι κοινωνικές διακρίσεις είναι εντούτοις και εδώ παρούσες.
Ετσι, ανάµεσα στους µαθητές που εισήλθαν στην πρώτη τάξη του 4τάξιου γαλλικού Γυµνασίου το 1995 και έφτασαν στο Βaccalaurιat, διακρίνουµε ότι πέρασε µε επιτυχία τις εξετάσεις το 79,5% των παιδιών στελεχών και µόλις το 32,4% των παιδιών εργατικών οικογενειών (αντίστοιχα, για τα Επαγγελµατικά Λύκεια τα ποσοστά είναι 0,6% των παιδιών στελεχών και 5% εκείνων που είναι παιδιά εργατών). Μάλιστα το µεγαλύτερο µέρος των µαθητών της πρώτης κατηγορίας αποφοιτά από τη θετική - επιστηµονική κατεύθυνση του γαλλικού Λυκείου που έχει, ιστορικά, το µεγαλύτερο κύρος και παραδοσιακά υψηλότερα ποσοστά εισαγωγής στην Τριτοβάθµια Εκπαίδευση.

Οι διακρίσεις συνεχίζονται και κατά την εισαγωγή και αποφοίτηση από αυτή την εκπαιδευτική βαθµίδα. Με ένα Βaccalaurιat θετικής - επιστηµονικής κατεύθυνσης στην κατοχή τους, στις υψηλού κύρους Σχολές της Τριτοβάθµιας Εκπαίδευσης (τις λεγόµενες Grandes Εcoles που απαιτούν και ένα ή δύο προπαρασκευαστικά έτη προκειµένου οι υποψήφιοι να επιτύχουν στις εισαγωγικές εξετάσεις, µε περιορισµένο ετησίως αριθµό εισακτέων και αυστηρότατη επιλογή) επιτυγχάνουν λίγο πάνω από το 50% των παιδιών στελεχών που είναι αγόρια και 30,5% (µόνο) κορίτσια, ενώ αντίστοιχα 21% των παιδιών που είναι γιοι εργατών, ενώ εδώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα κορίτσια αγγίζει µόλις το 9%.

Συνολικά, στον πληθυσµό που ανέρχεται ηλικιακά µεταξύ 20 και 24 ετών, τα παιδιά των στελεχών αλλά και των πνευµατικών ανθρώπων φτάνουν το 15% της ηλικιακής αυτής ζώνης (επίσης σύµφωνα µε στοιχεία του 2008). Εντούτοις, το ποσοστό αυτό ανεβαίνει στο 30% µεταξύ των φοιτητών πανεπιστηµιακών σχολών, µε σηµαντικές εσωτερικές διαφοροποιήσεις: µόλις 14% για τις σχολές επαγγελµατικού προσανατολισµού σύντοµης διάρκειας, σε σύγκριση µε 44% για τις Ιατρικές Σχολές και 52% για τις Grandes Εcoles υψηλού κύρους που προαναφέραµε. Αν µάλιστα από τις τελευταίες ξεχωρίσουµε εκείνες µε τις υψηλότερες διακρίσεις και την αυστηρότερη επιλογή κατά την εισαγωγή, όπως οι Πολυτεχνικές Σχολές και ορισµένες ανώτατες Εcoles Νormales, εκεί το ποσοστό των γόνων στελεχών αλλά και διανοουµένων υπερβαίνει το 81%!..

Ο κοινωνικο-οικονοµικός περίγυρος αλλά και οι προσφερόµενες δυνατότητες και ευκαιρίες χάρη στο πολιτισµικό κεφάλαιο του οποίου είναι συχνότατα φορείς αυτοί οι νέοι, κάνουν τους αριθµούς αποκαλυπτικούς όσο και αµείλικτους. Σε αυτό το στοιχείο µπορούν να προστεθούν οι παράγοντες της γεωγραφικής προέλευσης (ακόµη και από συνοικία σε συνοικία ή από εκπαιδευτήριο σε εκπαιδευτήριο της ίδιας πόλης, και µάλιστα σε µία χώρα που είναι εξαιρετικά υπερήφανη για το υψηλό επίπεδο που διατηρεί στη δηµόσια εκπαίδευση την οποία προσφέρει και στην οποία φοιτά η συντριπτική πλειονότητα του µαθητικού πληθυσµού όλων των βαθµίδων, καθώς µόνο µία µικρή µερίδα ανεξάρτητων επαγγελµατιών υψηλής στάθµης επιλέγει ιδιωτικά σχολεία).

Οι παραπάνω αναφορές στο παράδειγµα της Γαλλίας έχουν ενδιαφέρον προκειµένου να αναζητηθούν κάποιες αντιστοιχίες, αναλογίες αλλά και διαφορές για ένα φαινόµενο πολύπλευρο και πολύπτυχο που µόνο την αντανάκλασή του έχει στην Τριτοβάθµια Εκπαίδευση. Οι ρίζες του (στην Ελλάδα, τη Γαλλία ή οπουδήποτε αλλού) βρίσκονται στα πρώτα κιόλας σκαλοπάτια της εκπαιδευτικής κλίµακας – εκεί προφανώς και η αντιµετώπιση ή έστω ο περιορισµός του.
ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ
Η ανισότητα των ευκαιριών για τους µαθητές που θέλουν να διαβούν το κατώφλι ενός ΑΕΙ ή ΤΕΙ δεν αποτελεί αποκλειστικά ελληνικό φαινόµενο. Τι δείχνει το παράδειγµα της Γαλλίας
(Η Ρένα Μπρισίµη - Μαράκη είναι φιλόλογος, συντονίστρια Νεοελληνικών Σπουδών στο Γαλλικό και Διεθνές Τµήµα του Lycιe Franco-Ηellinique Εugene Delacroix, συγγραφέας εκπαιδευτικών βιβλίων και υποψήφια διδάκτωρ στο Πανεπιστήµιο της Γενεύης.)
ΠΗΓΗ: Τα Νεα 2 Ιουλίου 2010

3 σχόλια:

vagnes είπε...

...νομίζω φίλε μου Μίλτο πως η αντικειμενική βαθμολογία με κλειστά τα ονόματα των μαθητών και η εξέταση των γραπτών από άλλους καθηγητές, θα έδινε αντικειμενική εικόνα της αξίας των μαθητών.

Κατ αυτόν τον τρόπο πολλοί μαθητές με χαμηλή βαθμολογία θα ακολουθούσαν τεχνολογική και επαγγελματική κατεύθυνση που σήμερα είναι απαξιωμένη απο γονείς μαθητές και καθηγητές, κάτι που είναι πολύ επιζήμιο για την κοινωνία μας.
Η επαγγελματική εκπαίδευση θα έδινε διέξοδο σε πολλά προβλήματα σημερινά, όπως ανεργία και χαμηλή παραγωγή και παραγωγικότητα.

Θεωρώ μεγάλο λάθος την απλόχερη βαθμολογία σε όλους άριστους, καλούς, αλλά ακόμη και μετρίους μαθητές, για να μη στενοχωρηθούν οι ίδιοι και οι γονείς τους.
Θα πρέπει να γίνουν φυσικά και παράλληλα κι άλλα βήματα ακόμη, αλλά αυτό είναι πρωταρχικό κατά τη γνώμη μου.

Πρέπει να ξεχωρίζουμε τις αξίες και τους άξιους και αυτό είναι απόλυτα αναγκαίο να γίνει έγκαιρα και έγκυρα και να ξεκινήσει φυσικά πρώτα στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Γεμίσαμε γιατρούς μηχανικούς καθηγητές δικηγόρους με πτυχία και άνεργους και έχουμε επαγγελματίες χωρίς επαγγελματικές ανωτέρου επιπέδου σχολές, με ελλείπείς έως ανύπαρκτες γνώσεις για το αντικείμενο τους!!
Αυτό είναι πολύ στρεβλό και δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο.
Η κρίση στην οποία έχουμε μπεί θα πρέπει να μας κάνει να βγάλουμε κάποια ορθά και ωφέλιμα για όλους μας συμπεράσματα...

Miltos είπε...

Φίλε VagNes ... αυτά που λες με άλλα λόγια... Ενα από τα κυριότερα προβλήματα της ελληνικής εκπαίδευσης είναι η απαξίωση της τεχνικής εκπαίδευσης από την κοινωνία, αλλά και από τις αλλεπάλληλες αλλαγές που γίνονταν κάθε τρεις και λίγο. Έτσι κάθε φορά που άλλαζε ο Υπουργός Παιδείας και ξεκινούσε ένα νέο διάλογο για την παιδεία ή μια νέα «μεταρρύθμιση» άλλαζε και λίγο τα της Τεχνικής Εκπαίδευσης, με αποτέλεσμα να μη μπορέσει να στεριώσει.
Όπως οι εξετάσεις εισαγωγής στα ΑΕΙ-ΤΕΙ μετανομάζονταν από Γενικές σε Παννελλαδικές και από εκεί σε Πανελλήνιες, τα Τεχνικά Λύκεια έγιναν ΤΕΕ, μετά ΕΠΑ.Λ και έπεται συνέχεια. Πολλές φορές δε υπήρχαν βιβλία για τα αντίστοιχα μαθήματα της τεχνικής εκπαίδευσης, ή άλλες φορές βιβλία γραμμένα για άλλο σκοπό και σε άλλη ουσιαστικά ύλη, ενώ παρέμεινε ασύνδετη με την τοπική αγορά εργασίας, και τα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής.
Δεν είναι παράξενο σήμερα ένας καλός τεχνίτης υδραυλικός ή ηλεκτρολόγος να ζει καλύτερα από έναν Μηχανικό μηχανολόγο – ηλεκτρολόγο.
Ενώ παλιότερα π.χ. στα Γιάννενα υπήρχαν το πολύ 50 γιατροί (1970), σήμερα υπάρχουν οικογένειες με τέσσερις γιατρούς στο ίδιο σπίτι, και όπως είχε πει ο ακαδημαϊκός Λούρος για να ζήσουν τόσοι γιατροί πρέπει να …ασελγήσουν στην υπόλοιπη κοινωνία (βλέπε ασφαλιστικά ταμεία)
Μου έλεγε ο Παν. Γ. (συμμαθητής μας και αυτός) που έκανε μερικά χρόνια στη Γερμανία καθηγητής, ερχόταν ο Γερμανός γονέας να ρωτήσει τη γνώμη των καθηγητών του Σχολείου αν ο γιός του, η κόρη του θάναι καλύτερα να ακολουθήσει Τεχνικό Λύκειο ή Γενικό για καθαρή πανεπιστημιακή καριέρα και συνήθως ακολουθούσε τις συμβουλές. Εκείνοι που δεν εκτιμούσαν τη γνώμη των καθηγητών του Σχολείου και έκαναν του κεφαλιού τους ήταν οι Έλληνες μετανάστες.

Leo Kastanas είπε...

Καλησπέρα συνάδελφοι.
Θα συμφωνήσω πως το πρόβλημα είναι στην τεχνική εκπαίδευση. Όλη η ταξικότητα της εκπαίδευσης φαίνεται ανάγλυφα στα τεχνικά σχολεία. Οι πρόσφατες αλλαγές την αποδιοργάνωσαν και την ακύρωσαν.
Και όμως το τεχνικό σχολείο θα μπορούσε να είναι άμεσα παραγωγικό να φτιάχνει ειδικευμένους επαγγελματίες τεχνικούς ικανούς να ενταχθούν αμέσως στην παραγωγή.
Γιαυτό χρειάζεται τόνωση και ορθολογικοποίηση των τεχνικών μαθημάτων, εκσυγχρονισμός των εργαστηρίων και δραστική μείωση των μαθημάτων γενικής παιδείας που η τραγική υπουργός Γιαννάκου αντιθέτως αύξησε. Ακόμα άμεση σύνδεση θεωρίας και πράξης όπως γίνεται στο εξωτερικό (πχ Ολλανδία) και φυσικά σωστή αξιοποίηση των κονδυλίων που διατίθενται και αύξησή τους. Απαραίτητο αυτό που αναφέρατε για σύνδεση των ειδικοτήτων με τα παραγωγικά δεδομένα της περιοχής. Δυστυχώς κανείς στην ηγεσία του υπουργείου αλλά και της ΟΛΜΕ δεν σκέφτεται έτσι. Διδάσκω σε ΕΠΑΛ στην Αθήνα και διαπιστώνω καθημερινά ότι τα σχολεία αυτά ουσιαστικά δεν υπάρχουν.